Οι πρόσφυγες με τα γυαλιά της Δύσης

Άκουσα σήμερα από έναν πρόσφυγα τούτο:Βγήκαν κυνηγημένοι σ’ένα ελληνικό νησί. Μαγαζιά, σπίτια, πόρτες, παράθυρα, έκλεισαν όλα μονομιάς. Αυτός με τη γυναίκα του μέσα στο κοπάδι. Το μωρό έξι μέρες να…

Πηγή: Οι πρόσφυγες με τα γυαλιά της Δύσης

Μωρίς Σιακκής – 448 μίλια, εκατομμύρια νότες: Αναζητώντας τις ρίζες του σύγχρονου τραγουδιού στον αμερικανικό Νότο.

Στην μικρή πόλη Κλάρσκντέηλ ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός στεγάζει το πιάνο του Otis Spann και την … καλύβα του Muddy Waters, επανασυναρμολογημένη κομμάτι – κομμάτι. Έξω στην οδό John Lee Hooker αφουγκραζόμαστε την ιστορία του μπλουζίστα και αντικρίζουμε την τοιχογραφία του Sonny Boy Williamson. Αμφότεροι συνήθιζαν να μένουν στο Riverside Hotel, όπου κατέλυαν όλοι οι μουσικοί που περιόδευαν σ’ αυτά τα μέρη. Εδώ άφησε την τελευταία της πνοή η Bessie Smith και το κτίσμα αποκαλύπτει λίγους από τους μύθους του, χάρη και στην ευγενή ξενάγηση του ιδιοκτήτη. Άραγε πράγματι η Σμιθ πέθανε επειδή δεν την δέχτηκε το αποκλειστικά για λευκούς νοσοκομείο, όπως διασώζει ένας ακόμα μύθος;

Πανδοχείο

448

Περιπλάνηση στην μήτρα του ροκ εν ρολ

500 miles away from home, έλεγε ο ύμνος, που τραγουδήθηκε από τους προγόνους και τους νεώτερους. 52 μίλια λιγότερα έκανε ο συγγραφέας αλλά μας έδωσε το πλέον χορταστικό ροκ εν ρολ οδοιπορικό, που τελικά δεν μας βρίσκει πεντακόσια μίλια μακριά από το σπίτι, αλλά μας επιστρέφει στο άλλο μας σπίτι. Το βιβλίο είναι το τελευταίο που θα περίμενα να βρω γραμμένο σε ελληνική γλώσσα. Πρώτα από άποψη θεματολογίας: ένα ταξίδι στις απαρχές του ροκ εν ρολ, στην ιστορία και στην τοπογραφία της μουσικής που καθορίζει τις ζωές μας από τότε που αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι ζούμε μέχρι σήμερα. Ύστερα από άποψη γραφής: αποτελεί ταυτόχρονα οδοιπορικό ενός εννιαήμερου ταξιδιού στον αμερικανικό Νότο· μουσική και τοπογραφική περιήγηση στις ρίζες του σύγχρονου τραγουδιού· ταξιδιωτική λογοτεχνία και οδηγό· αυτοβιογραφική αφήγηση σκέψεων και περιπετειών· συλλογή σύντομων βιογραφικών πολλών προσωπικοτήτων του ροκ· προσωπική ιστορική έρευνα για το θέμα· καταγραφή δεδομένων με πίνακες…

Δείτε την αρχική δημοσίευση 2.570 επιπλέον λέξεις

«The Jazz album» Dmitri Shostakovich

Ο διευθυντής ορχήστρας , Nikolai Malko ήταν στενά συνδεδεμένoς με τις θεαματικές απαρχές της μουσικής καριέρας του Shostakovich. Ο Malko έδωσε την πρώτη παράσταση της νεανικής του  Συμφωνίας No. 1  στις 12 Μαΐου 1926. Η επιτυχία της συμφωνίας εκσφενδόνισε άμεσα τη φήμη του Shostakovich , καθώς το έργο του έγινε αποδεκτό από τέτοιους διευθυντές ορχήστρας όπως οι Bruno Walter, Klemperer και Toscanmi και βρήκε μια μόνιμη θέση στο ρεπερτόριο των συναυλιών.
Στα επόμενα τρία χρόνια πριν από την αποδημία του από την ΕΣΣΔ, ο Malko όχι μόνο συνέχισε να προασπίζει τη μουσική του Shostakovich , αλλά ενήργησε ως μέντορας και φίλος του. Πήρε τον έπαινο γιατί συνέστησε το νεαρό Shostakovich στον Ivan Sollertinsky , έναν εξαιρετικά πολυμαθή άνθρωπο με ένα τεράστιο φάσμα ενδιαφερόντων και την ικανότητα να παρακινεί και να προκαλεί. Μέσα από την επιρροή του Sollertmsky ο Shostakovich δεν εισήχθη μόνο στον Mahler , αλλά ενθαρρύνθηκε να απολαύσει όλες τις μορφές της μουσικής από τον Bach έως τον Offenbach απαλλαγμένος από μουσικό σνομπισμό.
Στα φοιτητικά του χρόνια ο Shostakovich είχε ήδη αποκτήσει θρυλική φήμη για τις δυνατότητες του στην 
πρίμα βίστα , την καταπληκτική του μνήμη και την ικανότητά του να αφομοιώνει τη μουσική με την ταχύτητα αστραπής.Το Tahiti Trot δημιουργήθηκε το φθινόπωρο του 1928 ως επακόλουθο ενός στοιχήματος από τον Malko για να δοκιμάσει τις ικανότητές του Shostakovich : ο συνθέτης προκλήθηκε να ενορχηστρώσει το  Tea For Two   του Vincent Youman στο διάστημα μιας ώρας. Ο Shostakovich ρίχτηκε με τα μούτρα στη δουλειά και μέσα σε σαράντα λεπτά παρήγαγε την έξοχη, πνευματώδη και πρωτότυπη ενορχήστρωση του. Ο Malko παρουσίασε το Tahiti Trot (όπως το έργο αυτό έγινε γνωστό στη Ρωσία) στη Μόσχα στις 25 Νοεμβρίου του 1928 σε μια συναυλία που περιλάμβανε δύο άλλα νέα έργα του Shostakovich: τη σουίτα από την πρόσφατα τελειωμένη όπερα Τhe Nose και το  Two Pieces By D. Scarlatti
To Τahiti Tiot απέκτησε τέτοια δημοτικότητα στη Ρωσία που παιζόταν από χορευτικά συγκροτήματα σε εστιατόρια , και συμπεριλήφθηκε ως entr’acte πριν από την τρίτη πράξη του μπαλέτου The Golden Age μετά από εισήγηση του διευθυντή ορχήστρας Alexander Gauk. Ήταν το μόνο νούμερο που γινόταν encore σε κάθε παράσταση του μπαλέτου.
Στα φοιτητικά του χρόνια ο Shostakovich, με την ακόρεστη μουσική περιέργειά του, σύχναζε σε συναυλίες επισκεπτών μουσικών της jazz και ανέφερε την μεγάλη ευχαρίστησή του σε μια jazz μπάντα που συνόδευσε μια «negro – opereta» το 1925. Ωστόσο, η jazz από τη Δύση φιλτραριζόταν προς την Σοβιετική Ένωση επιλεκτικά : αντιμετωπιζόταν με καχυποψία και εχθρότητα από ορισμένους κύκλους ως κατάλοιπο της αστικής κουλτούρας και παρακμής. Το 1930 ο Shostakovich γνώρισε τον πιο διάσημο και δημοφιλή στην Σοβιετική μουσικό «jazz» τον Leonid Utyosov και την ορχήστρα του «Tea Jazz» στην Οδησσό. Αυτή η ορχήστρα έπαιζε ένα μείγμα μουσικής, την οποία θα ήταν σωστότερο να περιγράψει κανείς ως ελαφρά λαϊκή μουσική παρά jazz. Ο Shostakovich είχε εντυπωσιαστεί από Utyosov και τον έβλεπε ευνοϊκά , θεωρώντας τον ως τον μεγαλύτερο εν ζωή καλλιτέχνη στη Σοβιετική Ένωση.
Το 1931 μετά από πρόσκληση του Utyosov και του Ιsaak Dunaevsky, συνθέτη δημοφιλών τραγουδιών και μαρς, ο Shostakovich έγραψε τη μουσική για μια θεατρική παράσταση (βαριετέ) το Hypotheltcatly Murdered. Η παράσταση ήταν ένα προκλητικό μείγμα χιουμοριστικής σάτιρας και θεματικής προπαγάνδας, και δεν αποτελεί έκπληξη ότι σύντομα έκλεισε μετά από μια σκανδαλώδη υποδοχή. H παρτιτούρα του Shostakovich ήταν ένα μείγμα πνευματώδους σκανδαλιάς και δηκτικής παρωδίας. Όπως και στην κινηματογραφική του μουσική , χρησιμοποίησε αυτό το έργο ως «εργαστήριο» για πειραματισμό και επεξεργασία μουσικών ιδεών για τις πιο «σοβαρές» συνθέσεις του . Όμως η προσπάθεια του Shostakovich απείχε πολύ από την ενσωμάτωση στοιχείων jazz σε αυτό το έργο.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Shostakovich έκανε μια συνειδητή προσπάθεια για να γράψει σε ένα jazz ιδίωμα. Το 1934 συμφώνησε να συμμετάσχει σε μία jazz – επιτροπή της οποίας δεδηλωμένος στόχος ήταν να ανεβάσει το επίπεδο της Σοβιετικής jazz από τo επίπεδο της λαϊκής μουσικής των «cafe» σε μουσική με επαγγελματικό status.Ένας διαγωνισμός διοργανώθηκε στο Λένινγκραντ και για να ενθαρρύνει και άλλους ο Shostakovich έγραψε την 
Jazz SuiteΝo 1 σε τρία μέρη. Αυτή ακολουθήθηκε το 1938 από τη Jazz Suite Νο 2 , η οποία γράφτηκε μετά από αίτημα της νεοσύστατης Κρατικής Ορχήστρας για την jazz και τον μαέστρο της Victor Knushevitsky. Και οι δύο σουίτες αποκαλύπτουν τη λαμπρότητα και εξυπνάδα στην ενορχήστρωση του Shostakovich , αλλά η μουσική αυτή με δυσκολία συμφωνεί με αυτό που κοινώς αποδεχόμαστε και κατανοούμε ως jazz. Στα έργα αυτά μάλλον ο συνθέτης κάνει χρήση ενός ελαφρού μουσικού ιδιώματος το οποίο είχε χρησιμοποιήσει εκτενώς στη θεατρική και την κινηματογραφική του μουσική. Ενώ η πρώτη σουίτα αντικατοπτρίζει την πληθωρικότητα και την παρακμή της δεκαετίας του 1920, η δεύτερη σουίτα έχει τις ρίζες της στη Βιέννη του Johann Strauss και έχει στραμμένο το βλέμμα της προς τον κόκκινο Στρατό.
Μετά την πρεμιέρα της Πρώτης Συμφωνίας ο Shostakovich άρχισε να σκέφτεται σοβαρά να επιδιώξει μια πιανιστική σταδιοδρομία Αυτό οφείλεται εν μέρει σε ένα μπλοκάρισμα της δημιουργικότητάς του – μετά την ολοκλήρωση της πρώτης Συμφωνίας τον Ιούλιο του 1925, δεν έγραψε μουσική για περισσότερο από ένα χρόνο. Όταν επέστρεψε στη σύνθεση είχε μαζί του δύο έργα για πιάνο, την
 Piano Sonata No. 1 Op. 12 και τους Αφορισμούς op. 13 τα οποία είδε ως οχήματα για τη δική του δεξιοτεχνία.
Τον Ιανουάριο 1927 ο Shostakovich επιλέχθηκε να συμμετάσχει με τη Σοβιετική ομάδα πιανιστών στο Διαγωνισμό Chopin στη Βαρσοβία. Ο συνθέτης είχε εναποθέσει τις ελπίδες του στο να κερδίσει το πρώτο βραβείο, και ένοιωσε πίκρα και απογοήτευση όταν βραβεύτηκε μόνο με ένα δίπλωμα. Απέδωσε το αποτέλεσμα στην μεροληψία της κατά αποκλειστικότητα Πολωνικής ελλανοδίκου επιτροπής, η οποία ευνόησε τους Πολωνούς πιανίστες σε βάρος των Ρώσων (δεκαεπτά από τους τριάντα ένα συμμετέχοντες ήταν Πολωνοί). Η αποτυχία στο πεδίο αυτό παρακίνησε τον Shostakovich να επικεντρώσει την ενεργητικότητά του στη σύνθεση , και σταδιακά εγκατέλειψε τις φιλοδοξίες του ως σολίστ. Μέχρι το 1930 είχε σχεδόν παραιτηθεί από το να παίζει στο κοινό.
Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1920 και του 1930 ο Shostakovich εργάστηκε με αξιοσημείωτη ταχύτητα και ένταση, και παρήγαγε μια ιλιγγιώδη ποικιλία και εύρος συνθέσεων. Ο νεαρός συνθέτης έδειχνε να απολαμβάνει την μετακίνηση από ένα διαμετρικά αντίθετο ύφος έργου σε ένα άλλο. Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα του γεγονότος αυτού είναι η οξεία αντίθεση της τραγικής όπερας 
Lady Macbeth of the Mtserisk  και τα επόμενα δύο έργα για πιάνο – τα ελκυστικά και ευπρόσιτα
 Πρελούδια op.34 και το Piano Concerto no 1 op.35 με το πληθωρικό πνεύμα και το δεσπόζον στοιχείο της παρωδίας. Και τα δύο έργα γράφτηκαν με στόχο να ξαναρχίσει τις περιοδείες, που συνήθιζε να απολαμβάνει ως μέσο απόδρασης από την πίεση της ζωής .
Το κοντσέρτο είναι για ορχήστρα εγχόρδων με ένα προεξέχων σολιστικό μέρος για τρομπέτα, γραμμένο για τον τρομπετίστα της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ.(Σύντομα ο Shostakovich θα προτιμούσε να παίζεται το έργο από την Φιλαρμονική της Μόσχας λόγω της εκφραστικής απόδοσης του τρομπετίστα τους Yunev). Το έργο περιέχει έναν πλούτο από αναφορές, όπου ο συνθέτης προκαλεί τον ακροατή για να αναζητήσει τις πηγές της μουσικής, είτε είναι ένα Εβραϊκό τραγούδι του δρόμου από την Οδησσό, είτε είναι μια αναφορά στον Beethoven ή Haydn, είτε είναι μια αυτοαναφορική παρωδία. Το οιονεί συναισθηματικό βαλς του δεύτερου μέρους, με τις νύξεις του για τον κόσμο του κινηματογράφου, βρίσκεται σε αντίθεση με τα έσχατα μέρη, όπου η μουσική παίχνιδίζει θορυβωδώς μέσα από ένα ατέλειωτα μεταβαλλόμενο καλειδοσκόπιο από μελωδικά θέματα. Το έργο με τα τέσσερα μέρη διαρκεί λίγο περισσότερο από είκοσι λεπτά, όμως καταφέρνει να δώσει την εντύπωση ενός συνεκτικού συνόλου. Αυτή ήταν ίσως η τελευταία σημαντική σύνθεση στην οποία Σοστακόβιτς διακηρύσσει την τόλμη και το κέφι της νιότης.

© Elizabeth Wilson Από το booklet του cd Μετάφραση msarid

Το κείμενο αντλήθηκε αυτούσιο από το  www.msarid.wordpress.com .

Το groovy τρομπόνι του Curtis

Ο Macoy Tyner στο πιάνο και ο Jimmy Garisson στο μπάσο που συνοδεύουν τον Κέρτις Φούλερ στη συγκεκριμένη ηχογράφηση – για τους αμύητους – είναι ταυτισμένοι (μαζί με τον ντράμερ Elvin Jones) με το σχήμα του Κολτρέην.
Αξίζει πάντως μετά το τρομπόνι του Φούλερ ο γάργαρος ήχος του τενόρο του Benny Golson. Διαμάντι….

…πάνω στη σεξουαλικά αχαλίνωτη κοιλιά της

RIAN_00602435_468

 

«…να καταγράψει με την κάμερά του μια συνάντηση διανοιών ανάμεσα στον Ντ.Ντ.Σοστακόβιτς και στην Α.Αχμάτοβα, με την οποία δεν είχε ποτέ κάτι κοινό, εκτός από τους εφιάλτες, οπότε στάθηκε δίπλα της στη χιονισμένη λάσπη περιμένοντας το βουητό της κάμερας, κι έπειτα είπε: Ογδόντα οκτώ, ογδόντα οκτώ – μια άσκηση που είχε επινοήσει για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση μιας ζωηρής ομιλίας τεντώνοντας τις γωνίες του στόματος, ίσως οι τραγουδιστές της όπερας να την έβρισκαν, ξέρετε, χρήσιμη. Πού ήταν η Ιρινότσκα; Θα ήταν ευγενική, ήταν τόσο…δόξα τω Θεώ γι’ αυτό, γιατί στην ηλικία του, τέλος πάντων. Η Αχμάτοβα τον κοιτούσε επίμονα, φορούσε το παράσημο του Λένινγκραντ με την πράσινη κορδέλα, ενώ εκείνος όχι, η κακομοίρα έμοιαζε μάλλον κοντόχοντρη, γιατί το ρωσικό φαγητό μας, ξέρετε… Εντάξει, λοιπόν, θα την πρόσβαλλε, αλλά δεν του καιγόταν καρφί, όχι ότι την αντιπαθούσε, βέβαια, η κακομοίρα έμοιαζε γριά και απεριποίητη. Το μοναδικό πράγμα για το οποίο την κατηγορούσε ήταν ότι είχε πάρει μαζί της την παρτιτούρα της Έβδομης Συμφωνίας του για να την βγάλει από το Λένινγκραντ κρατώντας τη σφιχτά πάνω στη σεξουαλικά αχαλίνωτη κοιλιά της, εκείνη πίστευε ότι έτσι θα γινόταν η αδερφή ψυχή του. Μακάρι να είχε χάσει την Εβδόμη κι εκείνος να είχε σκοτωθεί – τότε δεν θα είχε συνεισφέρει σε εκείνη την ξεδιάντροπη… ξέρετε.» William T. Vollman «Europe central» ,κεφάλαιο Όπους 110, σελίδα 793-794

 

 

 

  • Η συναυλία πραγματοποιήθηκε στις 9 Αυγούστου 1942 και μεταδόθηκε, με μεγάφωνα, σε ολόκληρο το Λένινγκραντ. Με την περίφημη «Επιχείρηση Μπουρίνι» που προηγήθηκε, 3.000 οβίδες εκτοξεύθηκαν εναντίον θέσεων του γερμανικού πυροβολικού προκειμένου να εξασφαλιστεί η σιγή του κατά τη διεξαγωγή της.
  • Οι φωτογραφία είναι από το πρακτορείο Novosti.

 

 

Ποίηση εναντίον φιλοσοφίας

   «Πολύ κοντινά ακόμα στη φύση, είναι τα ξαδέλφια του ανέμου και της θάλασσας : τα ψελλίσματά τους προσφέρουν, σ’ όποιον ξέρει να τα καταλάβει, διδάγματα πλατειά κι’  αόριστα.

   Ο παππούς μου είχε κάποτε διασχίσει τη λίμνη της Γενεύης, με συνταξιδιώτη τον φιλόσοφο Ανρί Μπεργκσόν: » Ήμουν τρελλός από ενθουσιασμό, έλεγε, τα μάτια μου δεν μου φτάνανε, για να θαυμάσω τις αστραφτερές χιονισμένες βουνοκορφές, για να παρακολουθήσω τους αντικατοπτρισμούς του νερού. Ο Μπεργκσόν, όμως, καθισμένος πάνω σε μία βαλίτσα, δεν ξεκόλλησε το βλέμμα του απ’ τα πόδια του.

   Το συμπέρασμα που έβγαζε απ’ αυτό το ταξιδιωτικό επεισόδιο, ήταν πως ο ποιητικός στοχασμός ήταν προτιμότερος απ’ τη φιλοσοφία.»

jean-paul_sartre_french_existentialist_writer_philospher_playwright-htm

   Αυτά γράφει ο Σαρτρ στις «Λέξεις» του. Και μονάχα αυτό το βιβλίο να έγραφε νομίζω πως θα του άξιζε το Νόμπελ. Είναι η επιτομή της αποδόμησης των προτύπων και της πατρικής φιγούρας-ήδη ήρθε και η δική μου σειρά! Μαγικό…

   Αναλογιζόμουν την παραπάνω αξέχαστη φράση-που τόσο με είχε εντυπωσιάσει-καθισμένος με το γιο μου ψηλά επάνω από τη λίμνη το Σ/Κ και κοιτάζοντας τα απέναντι βουνά και τη γαλήνια επιφάνεια του νερού που την μαχαίρωναν τα πουλιά κάθε τόσο.

   Η φωτογραφία είναι από το http://www.aformi.gr